sait

sait
ΕΔΩ ΠΑΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟ SAIT;.. ΠΩΣ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΝΑ ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ??

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Εννέα χρόνια (29/03/2007) μετά τη φονική οδομαχία της Λαυρίoυ

                                          Φιλόπουλος: Η αλήθεια

Εννέα χρόνια (29/03/2007) μετά τη φονική οδομαχία της Λαυρίoυ και τη δολοφονία του Μιχάλη Φιλόπουλου, το Contra.gr ανοίγει τον φάκελο και καταγράφει όλα τα γεγονότα, με μαρτυρίες, συνεντεύξεις και οδοιπορικό στον τόπο του εγκλήματος.


Των Zastro, Νίκου Γιαννόπουλου, Γιώργου Μυλωνά, Κώστα Μπράτσου, Γιάννη Ζωιτού, Θέμη Καίσαρη, Σταύρου Καραΐνδρου. Photos: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου Watkinson

Εννέα χρόνια μετά το αίμα δεν έχει στεγνώσει. Το περιστατικό είναι κρυμμένο στο μπαούλο του μυαλού μας και βγαίνει στην επιφάνεια κάθε χρόνο, τέτοια εποχή. Η Λαυρίου ήταν το πεδίο μάχης του οπαδισμού που κατατρώει τις σάρκες του ελληνικού αθλητισμού. Έφτασε η ώρα να αγγίξουμε ένα θέμα που πολλοί ήξεραν, άλλοι περίμεναν και όλοι το υποδεχθήκαμε με κροκοδείλια δάκρυα. Το Contra.gr είναι το πρώτο ελληνικό Μέσο που εννέα χρόνια μετά ανοίγει τον "Φάκελο Φιλόπουλος". Με καταγραφή των γεγονότων εκείνης της ημέρας, με συνεντεύξεις, μαρτυρίες, αλλά και ρεπορτάζ για παρόμοια περιστατικά όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό. Ένα ντοκουμέντο για όλα όσα έγιναν στη Λαυρίου την Πέμπτη 29 Μαρτίου 2007 χωρίς παρωπίδες, χωρίς αγιογραφίες και με μοναδικό στόχο το υπεύθυνο ρεπορτάζ. Με την ευχή να μην αποτελέσει... Βίβλο για παρόμοια περιστατικά στο μέλλον. Τα συμπεράσματα δικά σας.

Το χρονικό του φονικού

γράφει ο Zastro

Η συνεννόηση είχε γίνει με τακτικές που θα ζήλευε και η ’ndrangheta, οι κώδικες είχαν τηρηθεί με θρησκευτική ευλάβεια. Μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες είχε έρθει η ώρα να μετρηθούν οι «καλύτεροι». Όχι κάπου κεντρικά όπως στα Πετράλωνα όπου η αστυνομία είχε χαλάσει το σχέδιο εν τη γενέσει του, ούτε στη «δύσκολη» και πυκνοκατοικημένη Νίκαια. Το ραντεβού είχε κανονιστεί στα Μεσόγεια, στη Λεωφόρο Λαυρίου στην Παιανία, με αφορμή έναν αγώνα γυναικείου βόλλεϋ. Είχαν ενημερωθεί άπαντες, οι «σωστοί», τα «πρωτοπαλήκαρα», όχι η πιτσιρικαρία που βγαίνει μπροστά στα «αφελή» επεισόδια των γηπέδων ή στους τσαμπουκάδες με τις δυνάμεις των ΜΑΤ. Αυτά δεν είναι για τους «Αρχηγούς», δεν είναι για τα «κεφάλια».

Οι επικεφαλής ενημέρωσαν το πόπολο: «μόνο όποιος αντέχει». Ήταν σαφές ότι τούτη τη φορά το ξεκαθάρισμα θα ήταν ολικό και θα «μετρούσε». Αντικειμενικός στόχος δεν ήταν ούτε πανό, ούτε παπούτσια, ούτε ρούχα, ούτε κασκόλ. Ήταν η απόλυτη επιβολή, το «ξεκαθάρισμα», η πατρότητα για τα «κουμάντα». Οι Αρχηγοί μίλησαν στο ποιμνίο τους, πάνω από το μισό αποχώρησε έχοντας σώας τα φρένας, οι «δυνατοί» έμειναν πίσω διψώντας για αίμα. Κατέστη σαφές ότι ο κώδικας επέτασσε η λάμα να μη σηκωθεί πάνω από τους μηρούς, ότι τα περίστροφα απαγορεύονται. Επιτρέπονται όμως τα «στιλό», οι «ναυτικές», τα κρυπτονάιτ, τα αεροβόλα, όπως άλλωστε σε κάθε «σοβαρή» συνάντηση από το 2005 και εντεύθεν.

Αφού ενημερώθηκαν εκείνοι που πρέπει, ξεκίνησε η κατάστρωση του σχεδίου μάχης, το στρατηγικό πλάνο για την «επιβολή». Θα συναντηθούμε εκεί, θα πάμε τόσοι, με τόσα μηχανάκια, από αυτούς τους δρόμους και με αυτές τις στάσεις. Η εικόνα έμοιαζε με ομιλία Ρωμαίου Στρατηγού στους αξιωματικούς του, που με τη σειρά τους θα ενημέρωναν και τους «άριστους» από τους Λεγεωνάριους. Είχαν ενημερωθεί και Capi από το εξωτερικό, κυρίως πρώην Σοβιετικοί και Γιουγκοσλάβοι, με εμπειρία στον πόλεμο. Ήταν κεφαλαιώδους σημασίας τα «γαλόνια» και η εμπειρία, γιατί τούτη τη φορά το «ξεκαθάρισμα» θα ήταν το καθοριστικό. Δεν γινόταν να επικρατήσουν «οι άλλοι» και να κομπορρημονούν ότι εκείνοι κάνουν κουμάντο. «Κουμάντο κάνουμε εμείς».

Η είδηση είχε αρχίσει να ταξιδεύει στα «στέκια», όλα τα αρρωστημένα μυαλά δεν μπορούσαν να κοιμηθούν από την υπερένταση, ξενυχτούσαν με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο τους, αδημονούσαν για το μεγάλο ραντεβού, για τη στιγμή «της αλήθειας». Αγωνιούσαν περισσότερο από έναν φαντασιακό τελικό Champions League για την ομάδα, άλλωστε η ομάδα ήταν πάντα το μέσο. Ο σκοπός ήταν, είναι και θα είναι «ο νόμος της ’ndrangheta». Την ημέρα της μάζωξης όλα είχαν ετοιμαστεί στην εντέλεια, οι πινακίδες είχαν αφαιρεθεί από τα μηχανάκια, τα πολεμοφόδια είχαν συγκεντρωθεί από νωρίς, κάποιοι – οι πιο αναγνωρίσιμοι – είχαν προμηθευτεί και αλεξίσφαιρα γιλέκα, οι στρατηγοί είχαν φροντίσει να μοιράσουν τους ρόλους και να σχεδιάσουν σε αυτοσχέδιους πίνακες την επιχείρηση. Η μάζωξη ολοκληρώθηκε με κραυγές, οι ορδές ξεκίνησαν για την αρένα.

Η εικόνα στους δρόμους ήταν σοκαριστική. Ορδές μαυροντυμένων στην πλειοψηφία ανδρών, δυο-δυο πάνω στα μηχανάκια, με κράνη και τα πολεμοφόδια στα χέρια ανέβαιναν τη Συγγρού, το κέντρο, τη Βασιλίσσης Σοφίας, τη Μεσογείων. Κανονικά, συνοδεία αστυνομικής μοτοσυκλέτας και με τις προκαθορισμένες στάσεις για τυχόν απώλειες από εκείνους που τελευταία στιγμή θα λιποτακτούσαν. Δεν λιποτάκτησε κανείς, τα βλέμματα ήταν προσηλωμένα στο στόχο, το μυαλό συγκεντρωμένο στον πόλεμο. Γιατί για πόλεμο ήταν προετοιμασμένοι και οι μεν και οι δε, περίπου 500 τον αριθμό λεγεωνάριοι συν τις «μεταγραφές» από τη Σερβία, τη Γεωργία, τη Ρωσία. Όλοι με συγκεκριμένες εντολές, ποιος θα βγει πρώτος, ποιος θα παίξει το ρόλο του «λαγού», ποιος θα παρασύρει τον εχθρό στο λάθος, ποιος θα χτυπήσει την καίρια στιγμή, ποιος θα προκαλέσει το τελειωτικό χτύπημα.

Στην Παιανία αυτοί που έφτασαν πρώτοι ήταν λιγότερο οργανωμένοι, αλλά οπλισμένοι σαν αστακοί. Οι μαγαζάτορες και οι περίοικοι έβγαιναν στις αυλές γεμάτοι απορία, «τι κάνουν όλοι αυτοί στη μέση του δρόμου;». Οι δύο κάθετες οδοί, Δημητρίου και Αποστόλου Χούντα θύμιζαν καλντερίμια της Σικελίας, στη Λαυρίου μια αναπάντεχη σιγή, μια σχεδόν εκκωφαντική ηρεμία που προκαλούσε ένα αδιόρατο συναίσθημα φόβου. Το έβλεπες στα πρόσωπα, το διάβαζες στο έντρομο βλέμμα των νοικοκυρών που έκλειναν άρον άρον τα παράθυρα διαισθανόμενες ότι το κακό έρχεται. Εκατόν πενήντα μέτρα πιο πάνω, οι ορδές πάρκαραν τα μηχανάκια και παρατεταγμένοι σαν μακεδονική φάλλαγα ξεκινούσαν την πορεία για τη μάχη. Οι πρώτες άναρθρες κραυγές από τους «τσιλιαδόρους», οι πρώτες βρισιές, η πρώτη κινητικότητα.

Δεν είναι ξύλο, είναι ξεκαθάρισμα

Με το που διασχίζουν την «ενέδρα» των οδών Χούντα, ξεσπάει ο πόλεμος. Όχι σώμα με σώμα όπως αναμενόταν στην αρχή, αλλά τα «πολεμοφόδια». Φωτοβολίδες, κροτίδες, «πειραγμένα» δυναμιτάκια εισαγωγής, ναυτικές, πέτρες, καδρόνια, οι πρώτες μολότωφ. Δεν είναι ένα συνηθισμένο «ραντεβού» από εκείνα των είκοσι εναντίον είκοσι, δεν είναι το γνωστό θρασύδειλο σκηνικό των τριάντα εναντίον δέκα. Είναι στρατός εναντίον στρατού. Η πειθαρχία είναι στρατιωτική και τα πολεμοφόδια πολύ γρήγορα εξαντλούνται. Πιο δίπλα στο γνωστό κατάστημα παιχνιδιών, γονείς άρπαζαν άρον άρον τα παιδιά τους, τα πετούσαν κυριολεκτικά μέσα στα αυτοκίνητα και έφευγαν σπινάροντας μην κοιτώντας πίσω. Ένας περαστικός πάνω στη μηχανή του σταμάτησε έξω από το πρακτορείο της περιοχής όπου ο ιδιοκτήτης είχε βγει έντρομος να δει τους καπνούς πιο κάτω: «τι συμβαίνει;» - «έχει τελικό στο βόλλεϋ, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός στις γυναίκες».



Η απορία εύλογη «μα είναι δυνατόν;», ήταν πολύ αργά για ερωτήματα και απορίες όμως. Οι πράσινοι εξάντλησαν πολύ γρήγορα το απόθεμα, η «τακτική» των κόκκινων είχε πιάσει τόπο. Πλέον θα ξεκινούσε ο πραγματικός πόλεμος, αυτός για τον οποίον συναντήθηκαν οι «καλύτεροι», «τα άτομα», «αυτοί που μετράνε» και όχι το πόπολο. Οι μάχες πλέον είναι σώμα με σώμα, μαχαιριές, ακατάσχετο ξύλο, σιδερογροθιές, μπότες με λάμες, αλυσίδες, πέτρες, ζούγκλα. Το σκηνικό είναι ότι πιο άρρωστο μπορεί να βγάλει καθένας από το μυαλό του, η θηριωδία δεν έχει πάτο. Βλέπεις τη μανία στα πρόσωπα, η νιρβάνα της βίας έχει χτυπήσει τους πάντες. Δεν είναι «ξύλο». Είναι ξεκαθάρισμα συμμοριών, είναι αυτό ακριβώς που έχουμε στο νου όταν προσπαθούμε να καταλάβουμε τους νόμους της μαφίας.

Ενώ πάνω στα μηχανάκια τα διακριτικά ήταν πασιφανή, στο πεδίο της μάχης κυριαρχεί το μαύρο. Η ατμόσφαιρα από εκείνη την εκκωφαντική ηρεμία έχει μετατραπεί σε κουρνιαχτό. Καπνοί, ουρλιαχτά, κραυγές, κλάμματα, πανικός, τρόμος. Άλλοι τρέχουν να σωθούν, άλλοι κυνηγούν εκείνους που τρέχουν, άλλοι εκλιπαρούν χτυπώντας κουδούνια να μπουν σε ένα σπίτι να σωθούν, κάποιοι θολωμένοι ακόμα από την αδρεναλίνη αναζητούν νέα πολεμοφόδια, σπάνε τσιμέντα, γλάστρες, πεζοδρόμια, πινακίδες, ότι μπορεί να χρησιμεύσει για να αιματοκυλήσουν τον «αντίπαλο». Είναι 4 το μεσημέρι και η Λεωφόρος Λαυρίου θυμίζει Λίβανο. Χειροβομβίδες κρότου-λάμψης, εστίες με φωτιές, ουρλιαχτά πόνου, κανονικός πόλεμος. Αστυνομία απούσα, δεν υπάρχει νόμος και τάξη στον πόλεμο. Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση, η αστυνομία γνώριζε, όλοι γνώριζαν, ήταν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου.

Τελειώστε τον

Και ο θάνατος ήταν συνεπής στο ραντεβού. Με ανατριχιαστικό τρόπο και βγαλμένος από το έγκλημα στο Όριον Εξπρές. Ένα αιμόφυρτο ανυπεράσπιστο κορμί να κείτεται στο πρόσφατα «ξυσμένο» οδόστρωμα και από πάνω του να περνούν μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε λάμες από διαφορετικά μαχαίρια. Ένας-ένας περνούσαν και χτυπούσαν στο κεφάλι με λοστούς, κρυπτονάιτ και σιδερογροθιές, μετά μαχαίρωναν στους μηρούς «γιατί αυτή ήταν η συμφωνία». Οι «εντολές» ήταν σαφείς και τρομακτικά κυνικές: όσο μεγαλύτερες οι απώλειες του «εχθρού» τόσο το καλύτερο, όσο περισσότεροι οι τραυματίες τόσο περισσότερα τα παράσημα, όσο μεγαλύτερη η πόρωση και το φονικό ένστικτο τόσο περισσότερο θα ανέβαινες στην ιεραρχία. Θολωμένα μυαλά, ωμή βία και ασυνείδητες παραινέσεις με πιο ήπια το «τελειώστε τον». Τόσο εύκολα, με τόσο δολοφονικό κυνισμό.


Κανείς δεν πρόλαβε να πάρει είδηση ότι κείτεται ένα νεκρό σώμα στο δρόμο, όπως ακριβώς και στον πόλεμο κανείς δεν προλαβαίνει να περισυλλέξει τους νεκρούς όταν το πρώτιστο είναι να σωθείς. Η αποστολή είχε επιτευχθεί, οι λόγοι που έγινε το ραντεβού ήταν αυτοί ακριβώς: οι μεγαλύτερες δυνατές απώλειες. Ήταν θέμα χρόνου να σπάσει ο «κώδικας» και να υπάρξει και νεκρός, ήταν σχεδόν προδειγεγραμμένο από τη στιγμή που η μάχη εκτυλίχθηκε με τους συγκεκριμένους όρους και με την παντελή απουσία της αστυνομίας και των αρχών γενικότερα που πολύ εύκολα έχουν μάθει όσοι «προστατεύουν» αυτά τα σκουπίδια να κατηγορούν ότι «προκάλεσε τα επεισόδια και τη μήνι των οπαδών». Ποιοι οπαδοί; Ήταν κανείς απ’ όλους αυτούς οπαδός του βόλλεϋ; Ενδιέφερε κανέναν το Κύπελλο στο...γυναικείο βόλλεϋ; Πόσο εύκολα στερεύουν οι δικαιολογίες όταν κοιτάς κατάματα την αλήθεια, πόσο γρήγορα καταρρέουν όλα τα αντεπιχειρήματα της βλακείας όταν στέκεσαι ενώπιον των γεγονότων.

Δεν υπάρχουν οι έννοιες «παρασύρθηκα», τα νομικά τρικ, οι οπαδικές ψευτοδικαιολογίες, το νεανικό αίμα που «βράζει». Δεν υπήρχαν «νεαροί» στη Λαυρίου, δεν υπάρχουν «νεαροί» στον πόλεμο. Όσοι πήγαν ήξεραν πολύ καλά πού πήγαν, γιατί πήγαν και πώς πήγαν. Μετακινήθηκαν μαζικά με μηχανές τετρακόσια-πεντακόσια χαλασμένα μυαλά, έτοιμα να δολοφονήσουν και να δολοφονηθούν, διέσχισαν τη μισή Αθήνα, συγκρούστηκαν σε πολυσύχναστη λεωφόρο, σε κατοικημένη περιοχή και παραδόξως ο θάνατος συνάντησε μόνον έναν. Είναι απόλυτα τα πράγματα στην υπόθεση. Δεν χρειαζόταν καν η έκθεση του ιατροδικαστή για να καταστεί σαφές ότι ο δολοφόνος δεν ήταν ένας, ήταν πολλοί. Το ποιος έφερε το μοιραίο τελευταίο χτύπημα είναι λεπτομέρεια. Ένοχοι είναι όλοι. Ούτε έχει σημασία ότι το θύμα ήταν πράσινο ή κόκκινο. Το θύμα είναι θύμα, η απώλεια είναι μια και η αυτή, η ζωή δεν μετριέται στο έμβλημα που φέρει το κασκόλ.

Μην με ρωτήσετε γιατί είχαμε νεκρό


Η κατάθεση ενός εκ των συμμετεχόντων στο μακελειό της Λαυρίου είναι αφοπλιστική: «Μας είπαν οι δικοί μας ότι εντάξει, οι άλλοι είναι μέσα. Θα πάμε να τους φάμε, για να δείξουμε ότι εμείς είμαστε οι καλύτεροι. Και ότι συμφώνησαν να χτυπηθούμε και με μαχαίρια αλλά στα πόδια. Όχι παραπάνω. Μην με ρωτήσετε τι έγινε και είχαμε νεκρό. Εκείνη την ώρα είναι δύσκολο να το ελέγξεις. Λογικό ήταν να βρούμε κι ένα μέρος που δεν θα υπήρχε αστυνομία. Μπορεί να μας παρακολουθεί η αστυνομία, αλλά κι εμείς την παρακολουθούμε, έχουμε τους ανθρώπους μας και ξέρουμε πού φυλάει. Το σημείο έμοιαζε ιδανικό και μας έδινε τη δυνατότητα να πλακωθούμε χωρίς να μας πάρουν είδηση. Την τιμή των οπαδών δεν μπορεί να την προσβάλλει κανείς. Εμείς είμαστε πάνω από όλους και όλα. Και όποιος το αμφισβητήσει αυτό, την έβαψε. Μόνη έγνοια είναι το πώς θα χτυπήσεις τον απέναντί σου και πώς δεν θα σε χτυπήσει αυτός».




Αυτή ήταν η ψυχοσύνθεση των «οπαδών» που εκείνο το πρωινό ξεκίνησαν για να πάνε στο «ραντεβού». Ένα «ραντεβού» που όλοι το ήξεραν, ακόμα και ο Δήμος Παιανίας είχε εκδώσει ανακοίνωση σχεδόν εκλιπαρώντας τους συλλόγους και συνεπεία τους συνδέσμους οπαδών, να μην πάει κανείς στο κλειστό. Ανακοίνωση εξέδωσε και η ΕΟΠΕ, από ανακοινώσεις χορτάσαμε. Η αστυνομία γνώριζε, είδε, συνόδευσε «για την τήρηση της τάξης» τα μηχανάκια. Κατόπιν εξαφανίστηκε. Επανεμφανίστηκε με δακρυγόνα πολύ αργά, ο Μιχάλης Φιλόπουλος είχε ήδη υποκύψει στα βαριά τραύματα και στις πολλαπλές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, πολύ πριν τη διακομιδή του στο ΚΑΤ, όταν οι αστυνομικές δυνάμεις «διέλυσαν» τους στρατούς. Κατά κάποιους οι στρατοί υποχώρησαν οικειοθελώς, κατ’ άλλους θα είχαμε κι άλλους νεκρούς για να υπερηφανεύονται τα άμυαλα παιδάκια στο internet και να μεγαλώνει το πουλάκι τους επειδή «σας πήραμε σε εκείνο το ντου».

Θρασύδειλοι είναι όλοι αυτοί, πολτοποιημένα εύπλαστα μυαλά με συμπεριφορές που εκπορεύονται από ψυχολογικές πιέσεις οι οποίες σχετίζονται με το ευρύτερο προβληματικό περιβάλλον στην οικογένεια, στο σχολείο, στις κοινωνικές εκφάνσεις της ζωής τους. Επισήμως και στα γραφεία, περιστατικά όπως της Λαυρίου αποδίδονται στην έλλειψη κατανόησης και τα αισθήματα αποξένωσης, που σε συνδυασμό με τη φυσιολογική τάση για δυνατές συγκινήσεις των ατόμων, τα παρακινούν να αναζητήσουν ψυχολογική κάλυψη ανάμεσα σε ομοϊδεάτες συνομήλικούς τους, ανάμεσα σε ανθρώπους που "τους καταλαβαίνουν" και τους συμμερίζονται. Η επιβολή διά της βίας στον αντίπαλο οπαδό τους δίνει την ευκαιρία να ξαναβρούν τη χαμένη ισορροπία τους, να γεμίσουν τα κενά της ζωής τους. Τα επεισόδια είναι παράσημα, σε ανεβάζουν στην ιεραρχία, όσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό, εμπνέουν «σεβασμό».

Αποδόθηκε δικαιοσύνη, πάμε για ύπνο

Στην Ελλάδα έχουμε τη Λαυρίου, που μετά το Μπλιώνα σόκαρε το πανελλήνιο. «Καταδικάσαμε τη βία» ως σωστοί πολίτες, γράφτηκαν εκατοντάδες άρθρα, έγιναν έρευνες, πολύκροτες δίκες, για ένα γεγονός που όλοι γνώριζαν και κανείς δεν έκανε το οτιδήποτε για να το σταματήσει. Όλοι οι ηθικοί αυτουργοί τις επόμενες μέρες καταδίκασαν, κανείς δεν τόλμησε να πει τα πράγματα με το όνομά τους, να περιγράψει με σαφήνεια και ακρίβεια τα γεγονότα. Από φόβο. Και σήμερα, 9 χρόνια μετά, εξακολουθεί να κυριαρχεί αυτό το συναίσθημα του φόβου και κανείς δεν έχει όρεξη να καταπιαστεί με εκείνο το περιστατικό και τη βεντέτα που γέννησε. Είναι κοινό μυστικό αλλά κανείς δεν τολμάει να αναφερθεί, εμού συμπεριλαμβανομένου, στα γεγονότα. Περιοριζόμαστε μόνο σε διαπιστώσεις, περιγραφές και κοινοτυπίες. Όταν το πράγμα φτάνει στο όριο, σκεφτόμαστε πως έχουμε οικογένειες, πως δεν βγαίνει πουθενά. Και κωφεύουμε.


Έτσι έχουμε μάθει στην Ελλάδα να αντιμετωπίζουμε τη βία. Κωφεύοντας. Καταδικάζουμε όλοι, ρίχνουμε τις ευθύνες στο κράτος, σοκαριζόμαστε και μετά, όλα καλά, πάμε παρακάτω. Ενώ μιλάμε στεγνά για ιδιωτικούς στρατούς, για ομάδες κρούσης που οργανώνονται σε πανεθνικά παρακλάδια συνδέσμων και άτυπα δίκτυα και έρχονται οπλισμένοι και αποφασισμένοι ακόμα και για το χειρότερο, όταν το πράγμα φτάνει στο διά ταύτα, κωφεύουμε. Η κατάσταση θυμίζει όλο και περισσότερο αντάρτικο πόλεων, μια μορφή βίας τόσο εκτεταμένη στο χώρο και στο χρόνο, που είναι πλέον πολύ δύσκολο να τεθεί υπό έλεγχο. Στην Ελλάδα όμως προτιμούμε τα ευχολόγια, τα αφηγήματα και τα παραμύθια. Στην Ελλάδα νομοθετούμε για να μην εφαρμόζουμε τους νόμους, στρουθοκαμηλίζουμε για να μη δούμε κατάματα το πρόβλημα. Ίδιον της ελληνικής κοινωνίας να επιρρίπτονται οι ευθύνες αλλού μέχρι να μην φταίει κανένας.

Μια μέρα μετά από εκείνο το φονικό, είχαμε προλάβει να απαγγείλουμε κατηγορίες, Η ποινική δίωξη σε βάρος των κατηγορουμένων από την 26η τακτική Ανακρίτρια ήταν γενική, περιελάμβανε επτά κακουργήματα (συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή και κατά συναυτουργία, ληστεία κατά συρροή και κατά συναυτουργία) και επτά πλημμελήματα (επικίνδυνες σωματικές βλάβες, διακεκριμένη περίπτωση φθοράς, σωματικές βλάβες από αμέλεια, παράνομη οπλοφορία και παράνομη οπλοχρησία, οπλοκατοχή, παράβαση του νόμου περί βεγγαλικών και κροτίδων) στην πορεία το πράγμα πήρε την «ελληνική» νομική οδό και εξελίχθηκε σε μια δαιδαλώδη ιστορία που δεν αποκρυπτογραφήθηκε στην πραγματικότητα ποτέ.

Το καλοκαίρι του 2012 μετά από πέντε χρόνια το πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων αποφάνθηκε αναγνωρίζοντας σε όλους ελαφρυντικά, επιβάλλοντας από 10 χρόνια κάθειρξη στους Ν.Β. και Β.Ψ., 12 χρόνια στον Β.Ρ. (και στους τρεις με την κατηγορία της συνέργειας). Σε 16 χρόνια καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, Χ.Σ. Αποδόθηκε δικαιοσύνη, μπορούμε να πάμε για ύπνο.

Ποιος ήταν ο Φιλόπουλος


γράφει ο Γιάννης Ζωιτός

Ο Μιχάλης Φιλόπουλος ήταν το θύμα μιας απάτης. Της απάτης της "τυφλής" οπαδικής βίας, η οποία πριν από εννέα χρόνια έκοψε απότομα και πάρα πολύ πρόωρα το νήμα της ζωής του. Μιας ζωής που, στην αρχή της τρίτης 10ετίας της, χάθηκε στην (υπό επισκευή) άσφαλτο της Λεωφόρου Λαυρίου. Όχι (όπως συνήθως) από ρόδα, αλλά από -ακονισμένο- μαχαίρι και θανατηφόρα χτυπήματα σε όλο το κορμί του. Όχι από αμέλεια ή απερισκεψία της στιγμής, αλλά από χέρια δολοφονικά κηλιδωμένα από ανθρώπινο αίμα.

Το νεκρό σώμα του Μιχάλη Φιλόπουλου ήταν το μακάβριο αποτέλεσμα της οδομαχίας που προηγήθηκε εκείνο το ανοιξιάτικο απόγευμα της Πέμπτης, στις 29 Μαρτίου 2007, στην Παιανία. Η αιτία θανάτου, σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση, ήταν "βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση από θλων αμβλύ όργανο προκληθείσα και τραύματα στο κεφάλι και τους μηρούς από νύσσον άμα και τέμνον όργανο".

Ο Μιχάλης Φιλόπουλος βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματός του ως στέλεχος της πράσινης "στρατιάς" που περίμενε την μηχανο-πομπή των "ερυθρόλευκων" οπαδών από το Καραϊσκάκη στο ραντεβού θανάτου που είχε οριστεί από τις προηγούμενες ημέρες. Ήταν στέλεχος του Συνδέσμου της Θύρας 13 στον Κολωνό, την περιοχή της μόνιμης κατοικίας του, και μάλιστα από τα (λεγόμενα) ενεργά.

Ήταν παιδί πολύτεκνης, οκταμελούς, οικογένειας με έξι αδέρφια, γιος του Ανδρέα και της Αφροδίτης, είχε αναπτύξει ξεχωριστή σχέση λόγω της κοντινής ηλικίας με τις δύο μικρές αδερφές του, τη Μαρίνα και τη Στέλλα. Η οποία Στέλλα απεβίωσε στα 33 της, τρία χρόνια ακριβώς μετά το φονικό, από μια σπάνια μορφής καρκίνου, βυθίζοντας εκ νέου στο πένθος το σπίτι.


Ο Μιχάλης Φιλόπουλος είχε εργαστεί περιστασιακά ως βοηθός κηπουρού, αλλά και για ένα διάστημα σε μεγάλη εταιρεία εταιρία παραγωγής ψύχους. Την περίοδο πάντως πριν χάσει τη ζωή του ήταν άνεργος.

Η αγάπη του για τον Παναθηναϊκό υπήρξε παθολογική. Στο γήπεδο η παρουσία του ήταν από συχνή έως σταθερή, είχε δώσει το "παρών" και σε ταξίδια, τις φορές τουλάχιστον που είχε την ευκαιρία ή το διαθέσιμο χρόνο να συμμετάσχει στις εκδρομές που διοργάνωνε το συνδεσμιακό κίνημα του "τριφυλλιού".

Στον "Τάφο του Ινδού" ήταν από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες, ακόμη και μεταξύ των αθλητών ή των αθλητριών, καθώς τύχαινε να παρακολουθεί και κάποιες από τις προπονήσεις των ερασιτεχνικών τμημάτων του συλλόγου, κυρίως δε του γυναικείου βόλεϊ, ομάδα που εξακολουθεί να έχει ιδιαίτερο δέσιμο με τους οργανωμένους.

Κατ'άλλες πληροφορίες, το διάστημα πριν από το φονικό είχε ελαττώσει τις εμφανίσεις του στα παιχνίδια του Παναθηναϊκού, αφού είχε συνάψει νέο δεσμό.

Παρόλα αυτά ενημερώθηκε για το τι είχε κανονιστεί και πήρε την απόφαση ν' ακολουθήσει τους συνοδοιπόρους του στο μοιραίο ραντεβού της Λαυρίου. Στη Παιανία έφτασε με αυτοκίνητο και, αφού στάθμευσε κοντά στα άλλα οχήματα, συντάχθηκε με την υπόλοιπη ομάδα, καταγράφοντας μάλιστα στο κινητό του σκηνές από τις ετοιμασίες για τη "μάχη" που θ' ακολουθούσε.

Παρέα του ήταν ο Η.Κ, ένας από τους στενούς φίλους του και μάρτυρας στη δίκη της δολοφονίας, ο οποίος φέρεται πως μετανάστευσε και κατοικεί πλέον στο εξωτερικό. Ο έτερος "κολλητός" του, ο Π.Α, με τον οποίο ήταν μαζί στο σύνδεσμο του Κολωνού, δεν ήταν παρών στο τραγικό συμβάν, κατέθεσε πάντως στη δίκη υποστηρίζοντας πως ο άτυχος νέος χτυπήθηκε από εννέα διαφορετικά όπλα!

Η κηδεία του Μιχάλη Φιλόπουλου τελέστηκε στις 31 Μαρτίου του 2007 στο Γ' Νεκροταφείο Αθηνών. Λίγα μέτρα πιο πέρα κηδεύτηκε και η αδερφή του.

Αυτοψία: Η Λαυρίου σήμερα

του Γιώργου Μυλωνά






Η Λαυρίου είναι αφιλόξενη. Αυτές τις μέρες είναι τεμαχισμένη σε πολλά μικρά κομμάτια και για να την “ακολουθήσεις” πρέπει να στρίψεις σε δεκάδες παρακάμψεις. Δεν έχει διάζωμα, παρότι είναι διπλής κυκλοφορίας. Είναι στενή, αν και οι οδηγοί την χρησιμοποιούν ως ταχείας κυκλοφορίας, Είναι επικίνδυνη και για να τη διασχίσεις πρέπει να κοιτάξεις δύο και τρεις φορές αριστερά και δεξιά σου, για να είσαι σίγουρος πως δεν θα σε χτυπήσει κάποιο αυτοκίνητο. Η Λαυρίου δεν είναι είναι ένας δρόμος για να ζεις.



Το εκκλησάκι στην μνήμη του Μιχάλη Φιλόπουλου ανάμεσα στο 110 και στο 112, στο ρεύμα προς Κορωπί, βρίσκεται εκεί για να στο θυμίζει. Λάθος. Το εκκλησάκι στη μνήμη του Μιχάλη Φιλόπουλου είναι ένα από τα λίγα πράγματα που σου θυμίζουν ότι υπάρχει ζωή- όπως θα καταλάβαινα αργότερα- στη Λαυρίου. Σε ένα δρόμο, από τον οποίο περνάνε καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι, αλλά δεν βλέπεις ποτέ κανένα, γιατί κανείς δεν κυκλοφορεί πεζός.



"Υπάρχει κάποιος να ανάβει το καντήλι του ανθρώπου"; ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα, όταν το ταξί μας άφησε με τη Φραντζέσκα (φωτογράφος) μπροστά στο εκκλησάκι αφιερωμένο στη μνήμη του, ένα απόγευμα λίγες μέρες πριν το κλείσιμο εννέα χρόνων από το θάνατο του. Το ότι όντως υπάρχει ζωή στη Λαυρίου, θα το μάθαινα από τις έμμεσες και άμεσες απαντήσεις που πήρα στην προαναφερθείσα ερώτηση μέσα στην επόμενη μία ώρα.



Καπέλα, σκούφοι και κασκόλ του Παναθηναϊκού στολίζουν το εκκλησάκι. Πίσω του υπάρχει ένα μικρό γκράφιτι και μέσα φωτογραφίες του Φιλόπουλου. Απάντηση πρώτη: “Συχνά περνάει ένα παλικάρι με μια μεγάλη μηχανή. Σταματάει, αφήνει τσιγάρα στο εκκλησάκι και συνεχίζει το δρόμο του", θα μας πει λίγο αργότερα ένας υπάλληλος γειτονικού καταστήματος, ο οποίος άρχισε να εργάζεται στην περιοχή λίγους μήνες μετά το φονικό.



Η κίνηση από αυτοκίνητα, σήμερα, στον συγκεκριμένο δρόμο είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορείς να φανταστείς ότι πριν από εννιά χρόνια σε αυτό το σημείο έγινα όλα όσα περιγράφουν οι συνάδελφοι στο αφιέρωμα. Τότε, το συγκεκριμένο κομμάτι της Λαυρίου, όπως αρκετά άλλα σήμερα, ήταν κλειστό στο ρεύμα προς Κορωπί, λόγω έργων."Όταν άρχισε το ξύλο, οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών μπήκαν μέσα και κλειδώθηκαν. Μόλις φάνηκε ότι είχαν ηρεμήσει τα πράγματα και άνοιξαν τις πόρτες, είδαν 6-7 άτομα να χτυπάνε τον Φιλόπουλο. Ήθελαν να τον σκοτώσουν. Δεν θα έφευγαν ποτέ μέχρι να σιγουρευτούν ότι ήταν νεκρός", μας είπε ο ίδιος άνθρωπος.



"Την ώρα των επεισοδίων, έμπαιναν σε όποιο μαγαζί έβρισκαν ανοιχτό, ρωτούσαν τους ιδιοκτήτες τι ομάδα ήταν και ανάλογα τα κέφια τους, το έσπαγαν. Τις μεγαλύτερες ζημιές τις έκαναν στο σουβλατζίδικο πιο πάνω (στο προηγούμενο τετράγωνο από το φονικό), παρότι ο ιδιοκτήτης νομίζω ότι είναι ΑΕΚ. Δεν τους ένοιαζε στην ουσία η ομάδα". Κάναμε παύση και οι δύο. Εκείνος για να θυμηθεί και εγώ για να βάλω τις πληροφορίες σε μια σειρά. “Όταν πια ο πετροπόλεμος και το ξύλο στον Φιλόπουλο είχαν σταματήσει, το αίμα του παιδιού είχε φτάσει ως το τέλος του τετραγώνου”, μας είπε ο φίλος, δείχνοντας μας την κάθετο που βρίσκεται 25 μέτρα πιο κάτω από το σημείο της δολοφονίας.

Απάντηση δεύτερη: “Τόσο η μητέρα όσο και φίλοι του παλικαριού, με φανέλες και κασκόλ του Παναθηναϊκού ή χωρίς, περνάνε και περιποιούνται το εκκλησάκι”, θα μας πει λίγο αργότερα ένας θαμώνας ενός γειτονικού καφέ που ονομάζεται “Λεωφόρος”. Το όνομα δεν είναι τυχαίο, αφού όπως θα μας ενημερώσει ένας γείτονας, τα παιδιά που το έχουν είναι φίλοι του Παναθηναϊκού. Έμμεσος φόρος τιμής στον Φιλόπουλο ή απλά συγκυρία;


Τα σπίτια και τα μαγαζιά γύρω από το σημείο του φονικού είναι σφραγισμένα. Παράθυρα με κλειστά παντζούρια, αυλές με πόρτες με λουκέτα. Κτίρια που δείχνουν πως τόσο τα ίδια όσο και οι άνθρωποι που βρίσκονται μέσα τους δεν θέλουν να πουν λεπτομέρειες για τη δολοφονία. Οι μόνοι που μιλούν είναι εκείνοι που δεν την έζησαν.



Ακριβώς απέναντι από το εκκλησάκι βρίσκεται ένα οικόπεδο με μπουλντόζες, μηχανήματα και σκόρπια υλικά οικοδομών. “Από αυτές τις πέτρες και από τα υλικά που υπήρχαν στην απέναντι οικοδομή πήραν τα όπλα τους”, θα μας πει ένας άλλος γείτονας, δείχνοντας μας ένα νεόκτιστο διώροφο κτίριο στην ίδια πλευρά του δρόμου.



Είχε αρχίσει να σουρουπώνει. Περάσαμε με τη Φραντζέσκα στο ρεύμα προς Αγία Παρασκευή περιμένοντας ταξί. Απάντηση τρίτη: Ένα μαύρο αυτοκίνητο μεγάλο κυβισμού παρκάρει ένα μέτρο από το εκκλησάκι, πατώντας τις δύο του ρόδες στο πεζοδρόμιο. Ένας νεαρός και μια κοπέλα γύρω στα 25 βγαίνουν από το αμάξι και πηγαίνουν προς το εκκλησάκι. Κάνω να τους πλησιάσω, αλλά έχουν αντιληφθεί την παρουσία μας και την ιδιότητα μας και με ένα ξεκάθαρο νεύμα μου το ξεκόβουν. Κρατάνε μια φωτογραφία του Φιλόπουλου, την τοποθετούν στο εκκλησάκι, μπαίνουν στο αυτοκίνητο και κάνουν αναστροφή. Είχαν έρθει μόνο για αυτό. Ο Φιλόπουλος και η Λαυρίου είναι ακόμα ζωντανοί...

Είδα το παιδί μου σκοτωμένο στην τηλεόραση

συνέντευξη στον Νίκο Γιαννόπουλο


Μπαίνοντας στο σπίτι της οικογένειας Φιλόπουλου στον Κολωνό, η μορφή του Μιχάλη δεσπόζει. Πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, η κυρία Αφροδίτη, η μητέρα του, έχει ακουμπήσει μία εφημερίδα. "Τον ξανασκότωσαν" γράφει. Ετσι σχολιάζεται η πρωτόδικη απόφαση για τη δολοφονία του Μιχάλη Φιλόπουλου στη Λεωφόρου Λαυρίου στις 29 Μαρτίου 2007.

Ο Μιχάλης υπάρχει παντού, σε κάθε γωνία του σπιτιού και φυσικά στην καρδιά των δικών του ανθρώπων, της μητέρας και του πατέρα που ακόμα και τώρα, εννιά χρόνια μετά, φορούν μαύρα.

Ο καημός μου για τον Μιχάλη


Η Αφροδίτη Φιλοπούλου, αφού μας προσφέρει νερό και ανάβει τσιγάρο, δεν αφήνει περιθώρια... ελιγμών με όσα μας λέει: "Δεν ξεχνιέται ο θάνατος του Μιχάλη, όσα χρόνια και αν περάσουν. Εχω χάσει δύο παιδιά. Το ένα μου αρρώστησε, έτσι ήρθαν τα πράγματα. Για τον Μιχάλη όμως έχω μεγάλο καημό. Κόπηκε το νήμα της ζωής του άδικα. Και η κόρη μου λόγω του Μιχάλη αρρώστησε. Στα τρία χρόνια του Μιχάλη βγήκε η κόρη μου από το νοσοκομείο για έρθει στο μνημόσυνο. Δεν μπορούσε καν να περπατήσει. Πέθανε μετά από λίγο καιρό, εδώ στο σπίτι", μας εξιστορεί προσπαθώντας να χωρέσει σε μερικές φράσεις το χαμό του γιου της αλλά και της κόρης της που "έφυγε" τρία χρόνια μετά τον αδερφό της.

Ο πατέρας, ο Ανδρέας Φιλόπουλος, χειρίζεται με μεγαλύτερη ψυχραιμία την κατάσταση. Με τη... βοήθεια του τσιγάρου (μανιώδης καπνιστής και αυτός), παίρνει μερικές ανάσες και αρχίζει: "Οι δίκες ήταν πολύ οδυνηρές για όλους μας. Ξέρεις τι είναι να βλέπεις τους δολοφόνους του παιδιού σου κάθε μέρα μπροστά σου; Η Στέλλα, η κόρη μου, ήταν τότε καλά και τα παρακολούθησε όλα. Την έφαγε όλο αυτό το πράγμα και φυσικά η πρώτη απόφαση που η αλήθεια είναι ότι δεν την περιμέναμε με βάση και την αυστηρή πρόταση του Εισαγγελέα".

Δεν φοβόμαστε κανέναν!

Η ερώτηση περί δικαίωσης τους βασανίζει ακόμα και τώρα. Εχουν αμφότεροι ξεκάθαρη άποψη: "Για μένα και για τη μάνα του όχι δεν υπήρξε δικαίωση, δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη όπως θα έπρεπε" είναι η κοφτή απάντηση του πατέρα του Μιχάλη.


Η μητέρα του, με τον πόνο ακόμα να την νικά, συμπληρώνει: "Εφαγαν όλοι 10 χρόνια, 14. Θα βγουν από τη φυλακή. Ο Μιχάλης θα βγει από το χώμα; Ποτέ! Ούτε τότε ούτε τώρα φοβόμαστε κανέναν. Τι να φοβηθούμε μετά από όλα όσα περάσαμε; Βγήκαμε από τα ρούχα μας. Ακούσαμε ανθρώπους που ήταν κοντά στον Μιχάλη να λένε στο δικαστήριο ότι δεν τον ήξεραν καν. Είναι δυνατόν; Τη μεγαλύτερη τιμωρία θα την δώσει ο Θεός. Αυτός αργεί αλλά τιμωρεί. Αλλά σίγουρα θα τιμωρήσει όσους σκότωσαν το παιδί μου".

Η δίκη-παρωδία, ο εκνευρισμός του εισαγγελέα και η τελεσίδικη απόφαση
Ο λόγος και πάλι στον Ανδρέα Φιλόπουλο: "Ακόμα και ο Βρακατσέλης, ο εισαγγελέας της έδρας, δεν μπορούσε να κρύψει τον εκνευρισμό του για την πρώτη απόφαση. Η πρώτη δίκη ήταν δίκη-παρωδία. Στο εφετείο έγινε σαφώς καλύτερη δουλειά αν και πλέον δεν περιμέναμε πολλά πράγματα. Εχουν περάσει εννιά χρόνια και ακόμα δεν έχουμε πάρει στα χέρια μας την καθαρογραμμένη, τελεσίδικη απόφαση".

Μετά από τόσα χρόνια και μιλώντας σχεδόν με όλους τους παράγοντες της υπόθεσης, ο πατέρας του Μιχάλη έχει καταλήξει στο πως και στο ποιοι δημιουργούν συνθήκες ακραίας αθλητικής βίας στην Ελλάδα.

Δεν πηγαίνουν μόνοι τους
Μιλάει συγκεκριμένα, και δυστυχώς για τον ίδιο, με άξονα το παράδειγμα του παιδιού του: "Να ξέρετε κάτι. Στα επεισόδια όσοι πάνε δεν πάνε μόνοι τους. Κάποιος τους πηγαίνει αφού πρώτα τους έχει κάνει πλύση εγκεφάλου. Οι ιθύνοντες είναι συνήθως παρατρεχάμενοι των προέδρων της κάθε ομάδας. Εγώ σ' αυτό το συμπέρασμα έχω καταλήξει. Οι υπόλοιποι; Πρόβατα, εγώ έτσι τους λέω. Ποιοι τα διοργανώνουν όλα αυτά; Σε πληροφορώ ότι όλα αυτά γίνονται μέσω τηλεφώνου μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Λοιπόν, το κράτος δεν θέλει να το σταματήσει όλο αυτό. Γιατί τους βολεύει".



Βαριά κατηγορία είναι η αλήθεια για την Πολιτεία αλλά ο Ανδρέας Φιλόπουλος σπεύδει να αιτιολογήσει: "Ο Κοντονής, λέει, διέκοψε το Κύπελλο. Ε, και τι έγινε; Αφού κ. Υπουργέ, σταμάτησες το Κύπελλο,σταμάτα και το πρωτάθλημα. Μην αφήσεις κανέναν να παίξει στην Ευρώπη. Η, αν θέλεις, συνέχισέ το με όλα τα παιχνίδια κεκλεισμένων των θυρών. Ολα. Οι πρόεδροι θέλουν να βγάζουν λεφτά από τα μαγαζιά τους. Αρα πρέπει να κοπεί η κονόμα. Μόνο έτσι θα πάρουν μέτρα. Το πρόβλημα των ΠΑΕ με τη ματαίωση του Κυπέλλου δεν ήταν η βία. Τα λεφτά που θα χάσουν από την τηλεόραση ήταν. Τα υπόλοιπα δεν τους πειράζουν".

Συνεχίζει το ίδιο αποφασισμένος: "Επίσης, οι πρόεδροι των μεγάλων συνδέσμων των μεγάλων ομάδων αποτελούν πρόβλημα. Μεγάλη πληγή, από εκεί αρχίζει το κακό. Το κράτος, αν θέλει, κόβει τον ομφάλιο λώρο μεταξύ ομάδων και οπαδών σε 24 ώρες! Οπως το ακούς. Οι νόμοι πρέπει να τηρούνται. Να ξαναρχίσει το πρωτάθλημα όταν γίνουν όλοι αυτοί άνθρωποι. Αλλά οι ιθύνοντες δεν φαίνονται πουθενά".

Μας πήρε η κάτω βόλτα
Ο Μιχάλης Φιλόπουλος ήταν μέλος μίας λαϊκής οικογένειας της Αθήνας. Μετά τη δολοφονία του, οι οικείοι του κλήθηκαν να σηκώσουν πρωτόγνωρα, γι' αυτούς, βάρη. Βάρη πένθους, πόνου, απόγνωσης. Αλλά και οικονομικά. Διότι το να κυνηγάς μία τέτοια υπόθεση, που συντάραξε το πανελλήνιο, στις αίθουσες των δικαστηρίων, είναι κάτι που κοστίζει.

Διαβάστε τι λέει η Αφροδίτη Φιλοπούλου γι' αυτό: "Από τότε που έφυγε ο Μιχάλης, μας πήρε η κάτω βόλτα και στο οικονομικό. Ούτε εγώ δουλεύω ούτε ο Ανδρέας. Είμαι 63. Θα φτάσω τα 67 για να πάρω σύνταξη;"

Συμπληρώνει ο σύζυγός της: "Εδώ το κράτος δεν έδωσε τα χρήματα για την κηδεία του Μιχάλη για 10 ένσημα που έλειπαν. Τους ρωτήσαμε πόσο κάνουν τα 10 ένσημα να τα πληρώσουμε. Ανένδοτοι. Στη γυναίκα μου είπαν ότι θα εδικαιούτο σύνταξη αν ο Μιχάλης ήταν παντρεμένος!"

Κατά τη διάρκεια των δικών υπήρξαν άνθρωποι που παλαιότερα δήλωναν φίλοι του Μιχάλη Φιλόπουλου, που... αποστασιοποιήθηκαν. Υπήρξαν όμως και άλλοι που στάθηκαν, και στέκονται ακόμα, στο πλευρό της οικογένειας του φίλου τους.



"Οι πραγματικοί φίλοι του έρχονται ακόμα και τώρα και μας βλέπουν. Την περασμένη εβδομάδα ένας από αυτούς είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό. Οταν επέστρεψε, έφερε και κάτι στον Μιχάλη. Η τότε κοπέλα του Μιχάλη μάς στάθηκε επίσης πολύ. Ενα βράδυ, με τρομερή καταιγίδα έξω, ήρθε εδώ, ένιωσε αυτήν την ανάγκη. Κοιμήθηκε στο δωμάτιο του Μιχάλη. Με μεγάλη προσπάθεια, εγώ και η γυναίκα μου, την πείσαμε ότι πρέπει να συνεχίσει τη ζωή της ως νέα κοπέλα. Σήμερα είναι παντρεμένη, δόξα τω θεώ. Χρυσό κορίτσι".

Τον ξύπνησαν για να πάει
Η Αφροδίτη Φιλοπούλου δεν ξεχνά την παραμικρή λεπτομέρεια από την ημέρα του φόνου. Ούτε φυσικά ο σύζυγός της αφού πρόκειται για την ημέρα που άλλαξε ριζικά την ζωή τους: "Εκείνη την ημέρα η κοπέλα του έδωσε μεγάλο αγώνα για να μην πάει ο Μιχάλης στην Παιανία. Δεν τα κατάφερε. Και επειδή είχε μάθημα στη σχολή της δεν πήγε και εκείνη μαζί του. Κοιμόταν ο Μιχάλης εκείνη το πρωινό. Και τον ξύπνησαν για να πάει εκεί".

Ρε 'συ, κάτι γίνεται εκεί!

"Η ειρωνεία ήταν ότι εγώ βρισκόμουν 500 μέτρα από εκεί που έγινε ο φόνος" λέει ο Ανδρέας Φιλόπουλος: "Εφτιαχνα μ' ένα φίλο μου ένα τρέιλερ. Είδα το ελικόπτερο της αστυνομίας στον αέρα. “Ρε συ Σπύρο”, λέω στο φίλο μου, “εδώ κάτι γίνεται”. Ανέβηκε στην ταράτσα. Μου λέει “βλέπω καπνούς”. Μετά από μία ώρα με πήραν τηλέφωνο. Ο γαμπρός μου ήταν. “Κατέβα στην Αθήνα γρήγορα” μου είπε. Μέχρι να φτάσω μου ξανατηλεφωνούν. Ημουν κάπου στη Νέα Φιλαδέλφεια. Μου λένε "πήγαινε στο ΚΑΤ, είναι ο Μιχάλης". Πήγα, ήταν ήδη νεκρός. Αργησε και το ασθενοφόρο δύο ώρες!"

Κάπως έτσι χάθηκε ένας νέος άνθρωπος. Για το τίποτα, σε ελάχιστα μόλις λεπτά. Γι' αυτό και η μάνα στην ερώτηση αν θα συγχωρούσε ποτέ τους δολοφόνους του Μιχάλη ήταν απόλυτη: "Να συγχωρήσω; Ποτέ!".

Τον μαχαίρωσαν και στο κεφάλι
Ο Ανδρέας έχει άλλη άποψη η οποία φανερώνει παράλληλα και ένα πελώριο αναπάντητο ερώτημα που κατά τη γνώμη του δεν απαντήθηκε στις δίκες: "Ο δολοφόνος που θα μου ζητήσει συγχώρεση, θα πρέπει να μου αποδείξει ότι μετανόησε ειλικρινά. Υπάρχει τρόπος να το κάνει. Αυτό που με έχει πειράξει πολύ σε όλη αυτήν την υπόθεση είναι ότι δεν έχει βρεθεί ο ηθικός αυτουργός ή οι ηθικοί αυτουργοί. Να μου πουν ρε παιδί μου είναι αυτός ή αυτοί. Τον Μιχάλη τον δολοφόνησαν πολλοί. Είχε 29 μαχαιριές, ακόμα και στο κεφάλι του. Ο δολοφόνος λοιπόν, που θα μου ζητήσει συγγνώμη, θα πρέπει λοιπόν να μου αποδείξει ότι είναι μετανιωμένος, να μου πει ποιοι το σχεδίασαν όλο αυτό. Τότε, θα τον συγχωρήσω".

Το παιδί μου σκοτωμένο στην TV!
Ο Μιχάλης βέβαια μετά τις 29 Μαρτίου του 2007 "σκοτώθηκε" και άλλες φορές. Και στις αίθουσες των δικαστηρίων και στα ΜΜΕ. Τόσο άγρια μάλιστα που η μητέρα του αγανακτεί ακόμα και σήμερα: "Πριν από δύο χρόνια σ' ένα ρεπορτάζ σε τηλεοπτικό κανάλι είδα πλάνο ή φωτογραφία, δεν θυμάμαι, με το παιδί μου σκοτωμένο. Είναι δυνατόν; Ολα για το χρήμα!" Είναι η στιγμή που ο δημοσιογράφος παρακαλά να ανοίξει η γη να τον καταπιεί και που μία συγγνώμη πραγματικά δεν αρκεί...



Στόματα ερμητικά κλειστά

γράφει ο Νίκος Γιαννόπουλος

Εννιά χρόνια μετά τη δολοφονία του Μιχάλη Φιλόπουλου στη Λεωφόρο Λαυρίου θα περίμενε κανείς ότι τα στόματα θα άνοιγαν πλέον με μεγαλύτερη ευκολία. Κατά τη διάρκεια του ρεπορτάζ μας όμως διαπιστώσαμε το ακριβώς αντίθετο.

Ακόμα και άνθρωποι που έζησαν από κοντά τις δύο πολύ σημαντικές δίκες, παράγοντες της υπόθεσης που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο κατά τη διαδικασία, αρνούνται ακόμα και σήμερα να μιλήσουν δημόσια για όσα έγιναν εκείνη την καταραμένη ημέρα του 2007 στην Παιανία.

Δεν είναι βέβαια να απορεί κανείς μ'αυτό. "Παίζονταν πολύ μεγάλα ζητήματα. Υπήρχαν χειρισμοί που μπορούσαμε να μυριστούμε αλλά όχι και να αποκωδικοποιήσουμε εντελώς αλλά και...  εξωτερικές παρεμβάσεις", μας είπε συνομιλητής μας, παράγοντας της δίκης, υπό τον όρο να κρατηθεί η ανωνυμία του.

Παιχνίδια εξουσίας λοιπόν στην υπόθεση Φιλόπουλου και "αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις συμφερόντων" όπως μας λέει η ίδια πηγή. Όχι μόνο αυτό βέβαια. Βασικός μάρτυρας που στην πρώτη δίκη κατέθεσε κανονικά, στη συνέχεια μετακόμισε μόνιμα στον Καναδά και φυσικά δεν κατέθεσε ποτέ στο Εφετείο. Δεν έχει ακόμη επιστρέψει στην Ελλάδα από τη στιγμή που έφυγε.

Άλλοι προτίμησαν να διαφοροποιήσουν τις αρχικές τους καταθέσεις για το συμβάν και να αναφέρουν διαφορετικά πράγματα στο δικαστήριο. Σ' άλλες περιπτώσεις απλώθηκε ένα πέπλο σιωπής που επηρέασε μάλιστα ανθρώπους που, από κακή τύχη μάλλον, αποτέλεσαν αυτόπτες μάρτυρες του φόνου (και οι οποίοι δεν θέλησαν να καταθέσουν ποτέ την εκδοχή τους).

Για συγκεκριμένο κατηγορούμενο και καταδεικασθέντα οι περισσότεροι παραδέχονται στις μεταξύ τους συζητήσεις ότι δεν είχε (πιθανότατα) την παραμικρή σχέση με το περιστατικό.

Ακόμα και σήμερα, εν έτει 2016, παρατηρήσαμε μία παγωμάρα, ένα δισταγμό σε όσους συνομιλήσαμε για την υπόθεση, δείγμα του ότι τα απόνερα από το φόνο του Φιλόπουλου είναι ακόμα φουσκωμένα, άγνωστο το γιατί.

Η υπόθεση βέβαια, στο καθαρά νομικό της μέρος, έχει ουσιαστικά κλείσει. Αναμένεται να καθαρογραφεί τους επόμενους μήνες και η απόφαση που ορίζει αποζημίωση στην οικογένεια. Μία αποζημίωση βέβαια που δεν θα μείνει στο σπίτι του Μιχάλη Φιλόπουλου. Μ' αυτήν θα πληρωθούν τα πολύ μεγάλα δικαστικά έξοδα εννιά χρόνων. Η αναζήτηση της δικαιοσύνης έχει και αυτή το δικό της (μεγάλο) κόστος.

Τα "μαύρα" πρωτοσέλιδα

Το "ραντεβού θανάτου" με τα μοιραία αποτέλεσματα ήταν πρώτο θέμα στις αθλητικές (και όχι μόνο) εφημερίδες. Λογικό, όπως λογική ήταν και η διάσταση που δόθηκε στο θέμα. Οι περισσότερες εξ αυτών "ήξεραν", κάποιες "το περίμεναν" και όλοι κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα αυτών των περιπτώσεων: ώρα μηδέν για τον ελληνικό αθλητισμό. Αλήθεια, παρόμοια πρωτοσέλιδα πόσες φορές έχουμε δει; Παχυλούς τίτλους και κροκοδείλια δάκρυα; Ρητορικά ερωτήματα...






























Διαβάσατε όλες τις λέξεις, είδατε όλες τις φωτογραφίες και φτάσατε ως εδώ. Το ίδιο έκανα κι εγώ, αναρίθμητες φορές πριν καθίσω να γράψω το κομμάτι που κλείνει αυτήν τη θλιβερή επιστροφή, κυριολεκτικά και μεταφορικά, στον τόπο του εγκλήματος.


  Και σε μία απ' αυτές τις φορές, πρόσεξα καλύτερη τη φωτογραφία που μου έκανε περισσότερο εντύπωση απ' όλες. Δεν είναι οι γονείς του Φιλόπουλου, δεν είναι η Λαυρίου, δεν είναι οι φωτογραφίες του θύματος μέσα στο εκκλησάκι. Είναι η επιγραφή απ' έξω.

"ΕΔΩ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΕΙ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΤΩΝ 25 29-03-2007

ΣΤΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΜΕΤΑΞΥ

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ-ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΥ"

Η πρώτη σκέψη μου ήταν "όπα, λάθος". Ποια επεισόδια μεταξύ Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού; Δεν αναμετρήθηκαν οι ομάδες τότε στη Λαυρίου, δεν έγιναν επεισόδια μεταξύ των συλλόγων, παρά μόνο μεταξύ των καλύτερων, δηλαδή των χειρότερων, χουλιγκάνων τους. Τι σημαίνει "επεισόδια μεταξύ Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού", οι χούλιγκανς σφάχτηκαν, όχι οι ομάδες.

Και μετά ήρθε και η δεύτερη σκέψη. Και γιατί να μην είναι σωστή διατύπωση; Γιατί όχι; Ναι, οι ομάδες δεν αναμετρήθηκαν εκεί, ούτε έκλεισαν το ραντεβού. Μπορεί σε πρώτη σκέψη η διατύπωση να είναι άδικη, αλλά μήπως τελικά τους αξίζει αυτή η αδικία;

Το ραντεβού δεν ανήκει στις ομάδες, δεν όπλισαν τα χέρια, αλλά τι έκαναν για να τα αφοπλίσουν; Προφανώς και οι σύλλογοι δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την αστυνομία, το κράτος και την όποια κυβέρνηση που εδώ και δεκαετίες αρνείται να ασχοληθεί σοβαρά μ' αυτές τις ξεκάθαρα εγκληματικές οργανώσεις, τις συμμορίες.

Όμως, μέλη των συνδέσμων τους, παλικάρια απ' τα πέταλα, έδωσαν ένα ραντεβού θανάτου για να σκοτωθούν, με ή χωρίς εισαγωγικά. Ποιες ήταν οι αντιδράσεις των ομάδων; Ήταν δικοί τους οπαδοί. Δεν μπορούσαν να τους συλλάβουν, δεν μπορούσαν να τους δικάσουν, αλλά τι έκαναν για να τους γυρίσουν την πλάτη; Τι έκαναν τότε και στα χρόνια που πέρασαν για να δείξουν πως ντρέπονται γι' αυτούς και οι μεν και οι δε;

Όπως θα διαβάσατε στο θέμα του Μπράτσου για τα ραντεβού θανάτου, οι Boulogne Boys διαλύθηκαν απ' την ίδια την Παρί Σεν Ζερμέν μετά από συμπλοκές με την αστυνομία που είχαν ως αποτέλεσμα έναν νεκρό. Νεκρό οπαδό, όχι αστυνομικό. Τους διέλυσαν όχι επειδή σκότωσαν, αλλά επειδή ο πόλεμος με την αστυνομία κόστισε τη ζωή σε ένα απ' τα μέλη τους.

Δεν τα έριξαν στην αστυνομία, δεν χάιδεψαν τα παιδιά. Τα διέλυσαν γιατί προφανώς δεν είχε σημασία η ταυτότητα του νεκρού, αλλά η ίδια η δράση. Το να συμμετέχεις σε τέτοιες συμπλοκές, το να οργανώνεσαι με μοναδικό στόχο την παραβατική δράση είναι από μόνο του αρκετό για να μην σε θέλει ένας σύλλογος. Ούτε στο γήπεδο ούτε πουθενά υπό την αιγίδα του.

Εννιά χρόνια μετά από τη δολοφονία του Φιλόπουλου, η επιγραφή στο εκκλησάκι δεν μιλάει για επεισόδια χουλιγκάνων, αλλά ομάδων. Επιγραφή που ντροπιάζει Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό, αλλά τελικά δεν τους αδικεί. Τους αξίζει όποιος περνάει από εκεί, να εισπράττει το μήνυμα πως δεν συνεπλάκησαν στρατοί, αλλά ομάδες. Πολύ απλά γιατί ποτέ δεν έκαναν κάτι για να πείσουν, έστω και επικοινωνιακά, πως γυρνούν την πλάτη στις συμμορίες, πως τους κηρύσσουν τον πόλεμο. Πως ντρέπονται βαθιά και ουσιαστικά για τις συμμορίες και τον ιερό πόλεμο που τάχα γίνεται στο όνομά τους.

Όποιος ντρέπεται, κάνει κάτι για να ξεπλύνει την ντροπή, έστω ένα μέρος της. Όποιος δεν κάνει τίποτα, του αξίζει να ντροπιάζεται.

Κι ο Φιλόπουλος; Τα διαβάσατε στο κομμάτι του Zastro: το κάλεσμα αφορούσε στους καλύτερος, εγχώριους και ξένους, αυτούς που ήθελαν και μπορούσαν να πάνε σε πολεμική σύγκρουση. Το πόκερ ήταν σκληρό, δεν είχε όρια, όλα έπαιζαν. Κι όταν όλα παίζουν, θα έρθει και ο θάνατος, έστω κι αν οι μάρτυρες είπαν "δεν ξέρουμε πώς έφτασε το πράγμα στον φόνο, εκείνη την ώρα είναι δύσκολο να το ελέγξεις". Προφανώς, στο "όλα παίζουν" το μυαλό (;) έχει από πριν προετοιμαστεί για όλα τα ενδεχόμενα, δεν υπάρχουν φραγές, συστολή, έλεγχος.

Μ' ένα τέτοιο μυαλό πήγε και ο Φιλόπουλος στο ραντεβού. Θα μπορούσε να τη γλιτώσει, θα μπορούσε να είναι άλλος στη θέση του, θα μπορούσε να μην σκοτωθεί κανένας, θα μπορούσε και ο ίδιος να είναι θύτης, εκούσια ή ακούσια, συνειδητά ή "επειδή δεν είναι εύκολο να το ελέγξεις". Η μπίλια έκατσε στο μηδέν, η ιστορία γράφτηκε με το αίμα του.

Εννιά χρόνια μετά, το αίμα του κύλησε άδικα. Ούτως ή άλλως δεν έτρεξε στο τσιμέντο για τον Παναθηναϊκό. Όμως, ο φόνος του, ο χαμός του, θα μπορούσε έστω να έχει αλλάξει κάτι. Όχι τα πάντα, αλλά κάτι. Εννιά χρόνια μετά, οι οργανωμένοι είναι πιο οργανωμένοι από ποτέ, οι στρατοί πιο στρατοί, η δύναμή τους το απόλυτο καθεστώς, εντός και εκτός γηπέδων.



Ο Φιλόπουλος ούτως ή άλλως σκοτώθηκε για το τίποτα. Όμως, αυτό το τίποτα, εννιά χρόνια μετά, είναι ακόμα εδώ...
πηγη konta.gr
oλοκληρο το άρθρο ειναι εδω..

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ ΤΟΥΣ ΞΕΧΝΑΜΕ.

                                                     ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
MIXALHS

 29/03/2007 - 29/03/2016 ΕΝΙΑ ΟΛΌΚΛΗΡΑ ΧΡΌΝΙΑ
Ήταν 29 Μαρτίου 2007. Η ημερομηνία που συγκλόνισε όλη την φίλαθλη και μη, Ελλάδα. Ο Μιχάλης Φιλόπουλος οπαδός του Παναθηναϊκού, στα 22 του χρόνια έπεφτε νεκρός στη λεωφόρο Λαυρίου στο ύψος της Παιανίας.


ΕΝΙΑ  ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΑΜΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ
ΣΤΗΣ 27/03/2016 ΘΑ ΤΕΛΕΣΤΕΊ ΕΠΙΜΝΗΜΌΣΥΝΟ ΔΈΗΣΗ
ΣΤΗ ΜΝΉΜΗ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΧΑΜΈΝΟΥ ΜΙΧΆΛΗ ΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 27/03/2016 ΚΑΙ ΩΡΑ (12 Π.Μ)  ΔΩΔΕΚΑ ΠΡΟ ΜΕΣΗΜΒΡΊΑΣ
ΣΤΟ Γ' ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ 31
ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΝΑ ΠΑΡΑΒΡΕΘΕΊ

ΜΕ ΕΚΤΊΜΗΣΗ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ
ΥΣ 
Λένε ότι ο χρόνος γιατρεύει τις πληγές, τις μνήμες, τα συναισθήματα. Για την οικογένεια του Μιχάλη, ακόμη και σήμερα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα.

         ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ ΤΟΥΣ ΞΕΧΝΑΜΕ.


 ΕΝΙΑ  ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΚΡΙΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ..